Δευτέρα, Απριλίου 02, 2007

ΑΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ (Ι)


Paul Claudel – O Δρόμος Του Σταυρού
Πρώτη Στάση

Τέλειωσε. Δικάσαμε και καταδικάσαμε το
Θεό. Ηύραμε πως ένοχος θανάτου εστί.
Δεν τον θέλουμε πια μαζί μας αυτόν τον Ιησού
Χριστό, γιατί μας είναι κάτι στενόχωρο και οχληρό.
Ημείς ουκ έχομεν βασιλέα, ει μη Καίσαρα!
Χρυσάφι κι αίμα, σ’ αυτούς τους νόμους είμαστε πιστοί.
Σταυρώστε τον, αν σας αρέσει, μονάχα εμείς
να τον ξεφορτωθούμε! Να τον πάρουν από δω!
Άρον! Άρον! Μια και είναι ανάγκη ας τον
θυσιάσουν, κι ας μας αποδώσουν εμάς το Βα-
ραββά!
Ο Πιλάτος κάθεται επί της έδρας του, εις το-
πον λεγόμενον Γαββαθά.
«Δεν έχεις εσύ τίποτε να πεις;» ρωτάει ο Πι-
λάτος. Κι ο Ιησούς δεν βρίσκει τίποτε ν’ από-
κριθή.
«Εγώ ουχ ευρίσκω εν αυτώ αιτίαν», λέει ο
Πιλάτος, «αλλ’ αφού σεις δείχνετε τόση επιμονή,
τι με πειράζει εμένα! Ας πεθάνει. Σας τον παραδί-
δω. Ecce homo!»
Και ιδού τον λοιπόν, με το στεφάνι στο κεφά-
λι και με την πορφύρα στον ώμο.
Για υστερνή φορά τούτα τα μάτια τα γιομάτα
δάκρυα κι αίμα προς εμάς έχουν στραφή!
Αλλά τι μπορούμε εμείς να κάνομε; Τρόπος
δεν είναι κανείς να τα κρατήσουμε μαζί μας πιο
πολύ.
Καθώς για τους Ιουδαίους υπήρξε σκάνδα-
λο, το ίδιο για μας δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά
μωρία.
Άλλως τε η απόφαση έχει πια βγη κι είναι
πλήρης, δεν έχει έλλειψη καμία.
Είναι γραμμένη μ’ εβραίικους, μ’ ελληνικούς
και με ρωμαϊκούς χαραχτήρας.
Και τον όχλο τον βλέπομε κιόλας που κραυ-
γάζει, ενώ ο κριτής νίπτει τας χείρας.



Πηγή:
Paul Claudel, O Δρόμος Του Σταυρού
σε μετάφραση του Τάκη Παπατσώνη, Ιδεόγραμμα, 2002.