Ρόμπινσον Τζέφερς: Ένας άγνωστος μεγάλος ποιητής


Για την ανθολογία του Ρόμπινσον Τζέφερς 
Φυσική μουσική - Πενήντα ποιήματα και ένα δοκίμιο ποιητικής 
(μτφρ.: Γιώργος Λαμπράκος, εκδ. Γαβριηλίδη)


Με την εξαίρεση πέντε-δέκα ονομάτων που έρχονται και επανέρχονται στις συζητήσεις, στα άρθρα και στις μελέτες γύρω από την ποίηση, τόσο το εγχώριο όσο και το διεθνές λογοτεχνικό σύμπαν παραμένουν terra incognita. Αν αναλογιστούμε δε τον όγκο της ποιητικής παραγωγής σε παγκόσμιο επίπεδο, μπορούμε να φανταστούμε πόσα πράγματα μάς είναι παντελώς άγνωστα και κατά συνέπεια πόσοι κρυμμένοι θησαυροί περιμένουν την ανακάλυψή τους.
Η εποχή της παγκόσμιας λογοτεχνίας την οποία χαιρέτισε ο Γκαίτε περί τα 1800 είναι εδώ, αν και όχι με τους όρους που φανταζόταν ο Γερμανός ποιητής. Πραγματική παγκοσμιότητα γνωρίζει μόνο η μαζική κουλτούρα, η οποία υπερκαλύπτει τα πάντα ή σχεδόν τα πάντα και στο πεδίο του λόγου. Κι ενώ από πολλές απόψεις η επικοινωνία μεταξύ γλωσσών και ανθρώπων έχει απείρως διευκολυνθεί σε σχέση με ένα όχι τόσο μακρινό, χρονολογικά τουλάχιστον, παρελθόν, η πραγματική βούληση για ουσιαστική επικοινωνία πλήττεται στον ίδιο της τον πυρήνα από την υπερπληθώρα των πληροφοριών.
Όσον αφορά τη λογοτεχνία τώρα και την ποίηση ειδικότερα, τις πληροφορίες εκπέμπουν συγκεκριμένα κέντρα –επίσημα και ανεπίσημα, θεσμικά και μη– που τις περισσότερες φορές κατά τρόπο αυτάρεσκο αναμασούν λίγο-πολύ τα ίδια πράγματα. Ασφαλώς και δεν εξυφαίνεται εδώ κάποια σκοτεινή συνωμοσία. Το μόνο που βρίσκεται σε λειτουργία είναι ο νόμος της αδράνειας, ο οποίος έχει ασύγκριτα μεγαλύτερη ισχύ στο πεδίο της Ιστορίας απ’ ό,τι σε αυτό του φυσικού κόσμου: Ό,τι έγινε ή είναι γνωστό γίνεται όλο και πιο γνωστό· ό,τι έγινε ή είναι άγνωστο γίνεται όλο και πιο άγνωστο. Προσθέστε σε αυτόν τον νόμο και έναν άλλο, αυτόν της αγοράς, η οποία ως προς τα λογοτεχνικά πράγματα θέλει πάση θυσία εμπόρευμα εύκολα και άμεσα αναγνωρίσιμο, συνυπολογίστε ακολούθως και την πνευματική οκνηρία όλων μας –οι οποίοι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό έχουμε επαναπαυθεί ο καθένας στον ευρύτερο ή στενότερο, πάντως ατομικό, λογοτεχνικό του κανόνα–, και μπορείτε να αντιληφθείτε την περιστολή του πεδίου που έχει συντελεστεί κατά τις τελευταίες δεκαετίες· πρόκειται για μια διαδικασία που συνεχίζεται όχι απρόσκοπτη απλώς αλλά και ολοένα εντεινόμενη.
Οι παραπάνω λόγοι εξηγούν σε επαρκή βαθμό το γιατί η κατάσταση αυτή είναι χαρακτηριστική όχι μόνο των μικρότερων λογοτεχνιών αλλά και αυτής ακόμη της λογοτεχνίας που γράφεται στη lingua franca της εποχής μας. Όντως, εκεί τα πράγματα με μια πρώτη ματιά μπορεί να φαίνονται ελαφρώς καλύτερα λόγω της ολοκληρωτικής διάδοσης της αγγλικής· ένα δεύτερο κοίταγμα, εντούτοις, αρκεί για να αντιληφθούμε ότι η κατάσταση είναι εξίσου αποκαρδιωτική: 10–20 ονόματα που έρχονται και επανέρχονται, εκδίδονται και επανεκδίδονται, μεταφράζονται και ξαναμεταφράζονται, σχολιάζονται και ξανασχολιάζονται, και πέραν τούτων – ουδέν.
Έτσι λοιπόν, ολόκληρες επικράτειες του ποιητικού λόγου βρίσκονται σε πλήρη αφάνεια και ποιητικοί αστέρες πρώτου μεγέθους παραμένουν αόρατοι, γιατί βολευόμαστε στα οικεία και στα συνήθη και γιατί –κακά τα ψέματα και για να θυμηθούμε και τον Λουκιανό– η ουσιαστική διάνοιξη των πνευματικών μας οριζόντων απαιτεί «και χρόνου μακρού και κόπου πολλού και δαπάνης ου μικράς».
Συνεπώς δεν είναι παράδοξο το ότι, μαζί σε τόσους άλλους σπουδαίους ποιητές, ο Αμερικανός Ρόμπινσον Τζέφερς είναι ουσιαστικά άγνωστος όχι μόνο στο ελληνικό αλλά και στο αγγλόφωνο κοινό. Η παρούσα έκδοση επομένως, που περιλαμβάνει σε μετάφραση πενήντα ποιήματα του Τζέφερς, ένα πολύ σημαντικό δοκίμιο ποιητικής και μια εμπεριστατωμένη εισαγωγή στον βίο και στο έργο του ποιητή, όλα από τον Γιώργο Λαμπράκο, καλύπτει πράγματι ένα βιβλιογραφικό κενό, κατά την εκτίμησή μας σημαντικό, και αποτελεί μια πρώτης τάξεως ευκαιρία γνωριμίας του Έλληνα αναγνώστη με έναν πολύ ιδιαίτερο ποιητή.
Ας σημειώσουμε επί τροχάδην ορισμένες βιβλιογραφικές πληροφορίες που ενδέχεται να φανούν χρήσιμες στους ενδιαφερόμενους αναγνώστες. Ο Τζέφερς υπήρξε, τουλάχιστον για τα δεδομένα του 20ού αιώνα, ένας πολύ παραγωγικός συγγραφέας. Το ποιητικό του έργο που αγγίζει –ίσως και να ξεπερνά– τις τρεις χιλιάδες σελίδες, εκδόθηκε σε 5 πολυτελείς τόμους από το Stanford University Press σε επιμέλεια Tim Hunt. Ένας έκτος τόμος, που υπερβαίνει τις χίλιες σελίδες, περιλαμβάνει μέρος της αλληλογραφίας του ποιητή· οι περισσότερες επιστολές σε αυτόν τον τόμο απευθύνονται στην αγαπητή του σύζυγο Ούνα, η οποία, όπως εξομολογούνταν ο ίδιος ο Τζέφερς, έπαιξε καταλυτικό ρόλο στο έργο του, ασκώντας του μεγάλη επιρροή. Το 1987 ο James Karman εξέδωσε μια πολύ ενδιαφέρουσα βιογραφία με τίτλο «Ρόμπινσον Τζέφερς – Ποιητής της Καλιφόρνιας», ενώ πολύ πρόσφατα, μόλις τον περασμένο Αύγουστο, ο ίδιος συγγραφέας κυκλοφόρησε μια δεύτερη μονογραφία του με τίτλο «Ρόμπινσον Τζέφερς – Ποιητής και προφήτης». Ειρήσθω εν παρόδω, αν κάποιος θέλει να προμηθευτεί και τους 6 τόμους ποίησης και αλληλογραφίας του ποιητή, θα χρειαστεί να καταβάλει το αντίτιμο των 630 ευρώ περίπου. Το «δαπάνης ου μικράς» του Λουκιανού που λέγαμε προηγουμένως.
Ας γυρίσουμε όμως στον ποιητή μας. Ως παιδί και νέος άνδρας ο Τζέφερς ταξίδεψε αρκετά. Το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του ωστόσο το πέρασε στο Καρμέλ της Καλιφόρνιας, μαζί με τη σύζυγό του Ούνα και τους δίδυμους γιους του, σ’ ένα γρανιτένιο σπίτι που το έχτισε ο ίδιος μαζί με τη βοήθεια ορισμένων λιθοδόμων. Ως άνθρωπος υπήρξε μάλλον μοναχικός. Από ένα σημείο και έπειτα οι επαφές του με τρίτους περιορίστηκαν στο ελάχιστο. Ακόμα και με τους λιγοστούς του φίλους οι συναντήσεις του ήταν τρομερά αραιές. Ένας από αυτούς ήταν ο σπουδαίος ποιητής, παρότι παραγνωρισμένος και ο ίδιος, Τζορτζ Στέρλινγκ, ο οποίος έχαιρε του αμέριστου θαυμασμού του Άμπροουζ Μπηρς, του συγγραφέα και κριτικού που έτρεμαν όλοι όσοι έπιαναν το μολύβι στην Αμερική κατά τις αρχές του περασμένου αιώνα.
Σημειωτέον πως ο Στέρλινγκ, επιστήθιος φίλος του Τζακ Λόντον και μέντορας του Κλαρκ Άστον Σμιθ κατά τα λεγόμενα του τελευταίου, έχει γράψει μερικά από τα στιβαρότερα ποιήματα της αγγλικής γλώσσας. Ως σονετογράφος μάλιστα είναι απολύτως κορυφαίος, καθώς στο ενεργητικό του προσμετρώνται ορισμένα από τα πιο υψηλόφρονα και σφιχτοδεμένα σονέτα που μπορεί κανείς να διαβάσει. Κι ενώ ως άνθρωπος ήταν πολύ διαφορετικός από τον Τζέφερς και ως ποιητής κινούνταν σε άλλο ύφος και κλίμα, οι διαφορές αυτές δεν εμπόδισαν τους δύο άντρες να συνδεθούν με σύντομη αλλά ειλικρινή φιλία, η οποία στηριζόταν στην αμοιβαία εκτίμηση και στον θαυμασμό, όπως δείχνουν τα γραπτά τεκμήρια που έφτασαν έως εμάς.
Ο Στέρλινγκ θα εκδώσει στα 1926 ένα μικρό μα διθυραμβικό βιβλίο για τον Τζέφερς με τίτλο «Ρόμπινσον Τζέφερς – Ο άνθρωπος και ο καλλιτέχνης». Από το βιβλίο αυτό, λαμπρό δείγμα κριτικής οξύνοιας και μεγαλοψυχίας, αξίζει να παρατεθούν ορισμένα χαρακτηριστικά αποσπάσματα. Δυστυχώς, λίγο μετά την έκδοση του βιβλίου αυτού ο Στέρλινγκ θα αυτοκτονήσει. Ο Τζέφερς θα αφιερώσει στη μνήμη του ένα εξαιρετικά συγκινητικό σονέτο, όπου υπογραμμίζεται η παιδική καρδιά του πρόωρα χαμένου ποιητή, η σπάνια δημιουργική του δύναμη και η μεγάλη του γενναιοδωρία.
Μετά την ολοκλήρωση του σπιτιού του στο Καρμέλ –αργότερα θα προσθέσει και έναν εκπληκτικό γρανιτένιο πύργο– ο Τζέφερς έγραψε το περίφημο ποίημα «Στους λιθοδόμους», το οποίο περιλαμβάνεται στην παρούσα ανθολογία (σ. 29). Ας δούμε τι γράφει ο Στέρλινγκ εξ αφορμής του εν λόγω ποιήματος. Παράλληλα με τη διακήρυξη πίστης στην ποίηση του Τζέφερς, διατυπώνεται και μια άποψη βαρύνουσας σημασίας, που έρχεται σε ευθεία αντίθεση με όσα πρεσβεύουν οι εστέτ και οι φορμαλιστές του τότε και του σήμερα: «Πράγματι, το ανθρώπινο γένος θα πεθάνει· όμως αιώνες προτού η αγγλική απορροφηθεί από την παγκόσμια γλώσσα, μόνο τα ποιήματα που βασίζονται περισσότερο στο βάρος της σκέψης τους παρά στη λεκτική τους μαγεία και μουσική έχουν πιθανότητες να κατακτήσουν αυτό που συνηθίζουμε να αποκαλούμε “αθανασία”. Και τα ποιήματα του Τζέφερς είναι μεταξύ αυτών».
Η περιεκτική εισαγωγή του Γιώργου Λαμπράκου είναι εξαιρετικά κατατοπιστική και όσον αφορά τις επαληθευμένες ή πιθανολογούμενες επιρροές του Τζέφερς. Θα ήθελα να σταθώ μόνο σε μια σημείωση. Διαβάζουμε: «… ο Μπλουμ παρότι εκτιμά τον Τζέφερς (και εμπράκτως, αφού ανθολογεί ποιήματά του) είναι υπερβολικός όταν γράφει ότι αποτελεί “μια σκοτεινή υποσημείωση στον πατέρα μας Ουόλτ Ουίτμαν”». Ο ανθολόγος και μεταφραστής έχει τις ενστάσεις του – και δικαίως.
Ιδού τι λέει ο Στέρλινγκ επ’ αυτού ακριβώς του θέματος, σαν να προμαντεύει τις εντυπώσεις των κατοπινών αναγνωστών. «Ίσως γίνει μόδα λόγω του πολυσύλλαβου και ορμητικού του στίχου αλλά και λόγω της εμβέλειας της φαντασίας του, ο ισχυρισμός ότι [o Τζέφερς] κατάγεται από τον Ουίτμαν. Όμως οι μεταξύ τους διαφορές είναι πολύ μεγάλες ώστε να υποδηλώνουν οποιαδήποτε στενή σχέση. Ο Τζέφερς έχει ασύγκριτα πιο ευλύγιστο και ρυθμικό στίχο απ’ ό,τι ο προγενέστερός του ποιητής». Και παρακάτω: «Ο Ουίτμαν, υπερβολικά συχνά, παρουσιάζει κάπως χονδροειδώς τις ιδέες του. Ο Τζέφερς δεν υποκύπτει σε κανέναν εγωτισμό. Και αν έλθουμε σε βαθύτερα ζητήματα, υπερβαίνει κατά πολύ τον Ουίτμαν στο εύρος και στη σημασία του οράματος».
Θυμίζουμε ότι ο Στέρλινγκ τα γράφει αυτά στα 1926. Προσωπικά, αδυνατούμε να συνταχθούμε είτε με τον Μπλουμ είτε με τον Στέρλινγκ επί του συγκεκριμένου. Ο μεν πρώτος αδικαιολόγητα υποβιβάζει τον Τζέφερς στο καθεστώς μιας υποσημείωσης στο έργο του Ουίτμαν, ο δε δεύτερος δείχνεται μάλλον άδικος έναντι του σπουδαίου Ουίτμαν στην προσπάθειά του να υπερτονίσει όλα όσα χωρίζουν και ξεχωρίζουν τον αγαπητό του φίλο από τον μεγάλο προκάτοχό του. Έχουμε να κάνουμε προφανώς με δύο τελείως διάφορους κόσμους, αυθύπαρκτους και αυτόνομους, και καλόν είναι να κρίνουμε τον καθένα με τα δικά του μέτρα. Μην ζητάμε από τον Τζέφερς να γίνει Ουίτμαν, αλλά και ας μην εγκαλούμε τον Ουίτμαν επειδή δεν υπήρξε Τζέφερς. Εξαιρετικά καίριο είναι το σχόλιο του συγγραφέα και κριτικού Έντουιν Σίβερ, ο οποίος σημειώνει: «Ενώ ο Ουίτμαν τραγούδησε μια ακμάζουσα δημοκρατία που γιόρταζε τη νιότη της, ο Τζέφερς έρχεται αντιμέτωπος με μια παρακμάζουσα δημοκρατία από το ύψος μιας σκληρότερης πραγματικότητας».
Ο κύριος όγκος του έργου του αποτελείται από τα εκτενή, επικά, αφηγηματικά του ποιήματα. Μέσα σε μία πρόταση τα τρία αυτά επίθετα μάς δίνουν και τρεις ακόμα λόγους για τους οποίους η ποίηση του Τζέφερς, παρ’ όλες τις αφοσιωμένες προσπάθειες λίγων αλλά ένθερμων θαυμαστών, παραμένει εν πολλοίς αντιδημοφιλής και ουσιαστικά άγνωστη όχι μόνο στο ευρύ κοινό αλλά και στους ειδικού ενδιαφέροντος αναγνώστες: Πρώτον, η έκταση λειτουργεί αποθαρρυντικά, καθώς σήμερα στον νου των περισσοτέρων η ποίηση ταυτίζεται με τα βραχύσωμα ποιήματα των λίγων ή και ελάχιστων στίχων· δεύτερον, απωθεί ο υψηλός της τόνος· για την πλειονότητα των συγγραφέων, των κριτικών και των αναγνωστών, η μόνη θεμιτή ποίηση εξακολουθεί να είναι η χαμηλόφωνη ποίηση· και τρίτον, ξενίζει ο αφηγηματικός της χαρακτήρας· πλείστες όσες θεωρίες διακηρύσσουν ότι η στιχηρή αφήγηση είναι ποιητικός τρόπος που δεν συνάδει με το πνεύμα των μοντέρνων καιρών, αλλά ανήκει σε προγενέστερα εξελικτικά στάδια της ανθρώπινης σκέψης. Να όμως που έρχεται ένας ποιητής και, γράφοντας εκτενή, επικά, αφηγηματικά ποιήματα, ακυρώνει στην πράξη όλες αυτές τις δογματικές αντιλήψεις που ντύνονται τον μανδύα της θεωρίας. Από αυτήν την άποψη η ποίηση του Τζέφερς μπορεί να λειτουργήσει ακόμη και απελευθερωτικά για νέους συγγραφείς.
Η εισαγωγή του Γιώργου Λαμπράκου είναι εξαιρετικά διαφωτιστική και όσον αφορά στους κύριους άξονες που διέπουν τη βιοθεωρία, τις αισθητικές αντιλήψεις και αυτή καθ’ αυτήν την ποιητική πράξη του Τζέφερς, και δεν κρίνουμε σκόπιμο να επαναλάβουμε όσα ενδελεχώς εκτίθενται εκεί. Αν ανατρέξετε σε αυτήν, είναι βέβαιο πως θα ανταμειφθείτε. Υπογραμμίζουμε μόνο πως στον Τζέφερς, αυτόν τον ποιητή τον βγαλμένο από τα σπλάγχνα του δυτικού πολιτισμού, απαντάμε και έναν από τους δριμύτερους επικριτές του. Το «κατηγορώ» αυτό που απευθύνει ο Τζέφερς στον δυτικό άνθρωπο δεν θα το δούμε να εκφράζεται με πύρινους προφητικούς λόγους. Αντιθέτως, φύεται από τη γη αυστηρό και μοναχικό, όμως εξαιρετικά σίγουρο για τον εαυτό του, σαν γιγάντιος μονόλιθος. Διατρέχει και κατά κάποιον τρόπο ζωογονεί όλο του το έργο. Δεν εκπίπτει στον στείρο διδακτισμό, δεν αναλύεται σε ανέξοδες ηθικολογίες ή σε μάταιες ιερεμιάδες, μα απαρασάλευτο, βρίσκοντας τα θεμέλιά του σε κάποιον – κατά την αντίληψη του ποιητή – κοσμικό ρυθμό δείχνει και έναν άλλο δρόμο. Με τον τρόπο του κάνει τον άνθρωπο ταπεινότερο και ταυτόχρονα πιο υπερήφανο, τον φέρνει στις πραγματικές του διαστάσεις, θυμίζοντάς του ότι δεν αποτελεί ον που υπερβαίνει τη φύση αλλά αναπόσπαστο στοιχείο της, καθώς και ότι δεν έχει μεγαλύτερη αξία από όλα τα πλάσματα –έμβια ή και άβια ακόμη– που την κατοικούν. Στον όψιμο δυτικό πολιτισμό ο κόσμος γίνεται νοητός μόνον ως λεία. Ο Τζέφερς ελέγχει τον άρπαγα στον οποίο κατέληξε ο άνθρωπος και –ποιητικώς τουλάχιστον– του καταφέρνει καίριο πλήγμα.
Όμως ας μην βιαστούμε να ταυτίσουμε τον ποιητή με κάποιο οικολογικό κίνημα από τα τόσα που ξεφυτρώνουν γύρω μας σήμερα. Το ποιητικό του όραμα είναι σκληρό και δεν έχει τίποτα κοινό με τον χαρωπό και μερικές φορές πολιτικά αφελή οικολογικό ακτιβισμό των ημερών μας. Στα σημεία που η ποίησή του προσλαμβάνει χαρακτήρα οιονεί αποκαλυπτικό, είναι βέβαιο πως ο σύγχρονος αναγνώστης, οικειωμένος με τρόπους άλλους, περισσότερο ήπιους, και φορέας κατά πάσα πιθανότητα μιας ανθρωποκεντρικής κοσμοαντίληψης, θα νιώσει μάλλον δυσφορία.
«Αν ακούγομαι υπερενθουσιώδης», συνεχίζει ο Στέρλινγκ, «ως προς την εκτίμησή μου για το έργο του Ρόμπινσον Τζέφερς, ο ενθουσιασμός αυτός είναι απολύτως ειλικρινής – και δεν ντρέπομαι γι’ αυτόν. Ένας από τους μεγάλους μας κριτικούς έγραψε κάποτε ότι τον στοίχειωνε ένας κυρίαρχος φόβος: ότι θα εμφανιστεί μια ιδιοφυΐα στο λογοτεχνικό στερέωμα που θα περάσει απαρατήρητη από αυτόν. […] Λίγοι από τους μεγάλους μας ποιητές γνώρισαν κατά τη διάρκεια της ζωής τους τον έπαινο και την εκτίμηση που άξιζαν. Αμφιβάλλω σοβαρά για το αν αυτό ωφέλησε το έργο τους: οι ποιητές, φαντάζομαι, αποδίδουν καλύτερα όταν κινητοποιούνται από την αποδοχή, όχι όταν αποθαρρύνονται από την αδιαφορία.
»Δεν γνωρίζω άλλον ποιητή που να ενδιαφέρεται λιγότερο για τον έπαινο των πολλών ή ακόμα και για τη δόξα εν ζωή ή και τη μεταθανάτια από τον Ρόμπινσον Τζέφερς. Παρ’ όλα αυτά, είναι ντροπή για το ανθρώπινο γένος ότι το κλωνάρι της δάφνης στολίζει τόσο συχνά νεκρά μέτωπα. Αυτό που θα λένε οι άνθρωποι για τον Ρόμπινσον Τζέφερς σε εκατό χρόνια, εγώ επιθυμώ να το πω τώρα, παρά τη στάση των ζηλόφθονων, των μικρόψυχων και των τυφλών». Αυτά ο Στέρλινγκ.
Ο καλαίσθητος αυτός τόμος, που ευρηματικά τιτλοφορείται «Φυσική Μουσική», δεν περιλαμβάνει κανένα από τα μεγάλα αφηγηματικά ποιήματα του Τζέφερς – και καλώς. Η επιλογή που έκανε ο ανθολόγος και μεταφραστής του Τζέφερς είναι απολύτως εύστοχη. Επελέγησαν ποιήματα σχετικά σύντομα, τα οποία είναι εξαιρετικά άμεσα και με τα οποία ο αναγνώστης που δεν έχει καμία γνώση του Τζέφερς μπορεί να αναπτύξει σχετικά γρήγορη σχέση. Εξάλλου, ως γνωστόν, πρώτα γοητεύεις και κατόπιν διδάσκεις. Εύχομαι και ελπίζω ότι το βιβλίο αυτό θα κάνει και τα δύο. 



Θεοδόσης Βολκώφ
Πρώτη δημοσίευση στην Bookpress