Τετάρτη, Μαρτίου 28, 2012

ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ


ΑΦΡΟΔΙΤΕΣ

Σας έχω όλες με τον τρόπο μου αγαπήσει,
σκιές της σάρκας που για μια στιγμή ειδωθήκατε,
κι έχω στις νύχτες μου τις λάμψεις σας κρατήσει
αγέραστες σαν τότε που δεν μου δοθήκατε.
Σας έχω όλες με τον τρόπο μου αγγίξει
καθώς αέρας πύρινος – κι ας μην με νιώσατε –
και λυγμικά έχω τριγύρω σας βουίξει
κι έχω πενθήσει εγώ εμένα που σκοτώσατε.

Σας έχω όλες με τον τρόπο μου φυλάξει,
στη Γλώσσα μου τα σώματά σας αποθέτοντας
ευλαβικά – κι αυτό η ύπατή μου Πράξη –,
στο ιδίωμά μου Ιστορία καταθέτοντας.
Σας έχω όλες με τον τρόπο μου γνωρίσει,
κι ας μην με μάθατε ποτέ. Τραχιά ενθυμήματα,
από ένα τίποτα με έχετε ευλογήσει
χαρίζοντάς μου εν αγνοία σας ποιήματα.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Δευτέρα, Μαρτίου 12, 2012

ΣΑΝ ΤΟΝ ΛΥΚΟ



 ΣΑΝ ΤΟΝ ΛΥΚΟ

                                                           Μνήμη  Miguel  Hernandez

Σαν τον Λύκο να διψάω πάντα το αίμα
κι απ’ τα στήθη σου που γδέρνω να το πίνω·
σαν τον Λύκο εσύ να μ’ έχεις και στο βλέμμα
σαν τη Λύκαινα να σ’ έχω. Και να σβήνω

σαν τον Λύκο από τον κόσμο ό,τι δεν είσαι,
να σπαράζω κι ό,τι εχθρεύεται εσένα
και σε μένα, σαν τον Λύκο, εσύ ν’ αρκείσαι,
σαν τον Λύκο, σαν τη Λύκα – ίδια γέννα.

Σαν τον Λύκο μες στον νου σου να γρυλίζω
κι όταν πλάι μου δεν σ’ έχω να ουρλιάζω
σαν τον Λύκο. Να με ορίζεις, να σε ορίζω

και στα πόδια σου σφαγμένος να σφαδάζω.
Και πεθαίνοντας να ζω. Να σου ανήκω,
να μου είσαι, να σου είμαι σαν τον Λύκο.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Πέμπτη, Μαρτίου 08, 2012

PANTHERA TIGRIS

PANTHERA TIGRIS

Πώς ονειρεύεται ο Τίγρης κάποτε
τη μακρινή τού Αμνού ομορφιά –
τις ώρες που έκτοπα φαντάζουνε
και γίνονται
τα δόντια και τα νύχια·
τις ώρες που ανατέλλει η μέσα νύχτα
και αναθυμάται σάρκες και αίματα
λαιμούς τού τρυφερού που σπάραξε και ήπιε
οστά λευκά που σύνθλιψε
το μάτι της δορκάδος που έχει σβήσει – φορές πόσες·
ξανά και πάλι ο ίδιος κύκλος άτεγκτα κλειστός
μια θήρα αέναη δίχως θύρα
το μάτι της δορκάδος που ξεγράφεται
μετά το ακαριαίο τού δήγματος αργά-αργά
κι ενώ της κλέβει τη φωνή την ύστατη ώρα
ώστε τον ίδιο της χαμό να μην μπορεί
στο ελάχιστο ν’ αρθρώσει να ιστορήσει.

Πώς κάποτε εκεί και πουθενά
δεν βρίσκει τον Εαυτό του
πώς λέει στη σύμπασα Ζωή –
«Μου μοιάζεις και σου μοιάζω
κι όμως κι Εσύ κι Εσύ
στο τόσο σου άπλωμα
στις αναρίθμητες μορφές
Εσύ Εγώ δεν είσαι
και δεν θ’ αρκέσει δεν αρκεί
ο Χρόνος όλος για να γίνεις».

Προβάλλει ο Τίγρης δυο φορές
την ώρα που το δόντι και το νύχι του διψά
αυτό που του ασφαλίζει τη ζωή και τον συνθέτει
τώρα που μόνη απάντηση
που μόνη λύση μένει το αίμα
προβάλλει ως Τίγρης δυο φορές
ορμή και κίνηση και τίναγμα
μυώνες και ραβδώσεις
παντού και πάντοτε ενώπιον πάντων Τίγρης.

Όμως αυτός την απουσία του μετρά –
«Δεν είμαι, λέει, Εγώ στη σάρκα που σπαράσσω
στο αίμα που διψώ και που δεν χόρτασα ποτέ μου
στου θηρευτή την επικράτεια όλη
στα συνθλιμμένα σας οστά δεν είμαι δεν
ας κυνηγώ
όμως εδώ και πουθενά
και τώρα και ποτέ μου δεν με βρίσκω».
 Ο Τίγρης Τίγρης δυο φορές
μα πού μα πού
και ποιος του Τίγρη ο Τίγρης.

Και ονειρεύεται ο Τίγρης κάποτε
τη μακρινή τού Αμνού ομορφιά
το βλέμμα που δεν λέει τον θάνατο
και τον σκυμμένο προς τη Γη πιστόν αυχένα·
Εκείνον που το αίμα ίσως δεν ρώτησε ποτέ
μα βρίσκει το νερό παντού διαυγές
τον τόπο πάντα χλοερό
στα μέτρα του το άπειρο
και αγαθές πανάγαθες τις ανοιχτές αμέτρητες εκτάσεις·
Αυτός κρατά την κόρη και τον γιο πριν γεννηθούν
βρίσκει τις μέλλουσες γενιές αλάθευτος και τις εκτρέφει
διάρκεια και συνέχεια και διατήρηση
το άξιο και το εμμένον
και η δυσεπίτευκτη παντού γενναία Ειρήνη·
και ιδού δεν είναι έρημος και βάραθρα
δεν είναι λύση ασυνέχεια διακοπή
δεν είναι βία των κόσμων
και στις μυλόπετρες τού γίγνεσθαι
που ηχούν και τρίζουν μες στον νου
δεν είναι το δεν είναι.

«Κοίτα με, Αμνέ, εκλιπαρεί,
μες απ’ τους τόσους βρυχηθμούς σού ψιθυρίζω
μην αποστρέφεις απ’ τον Τίγρη Πάνθηρα το βλέμμα
κοίτα με, Αμνέ, εκλιπαρεί,
δεν έχω άλλον τόσο κι έτσι αγαπήσει·
θέλω τα μάτια σου το βλέμμα σου το ευθύ
θέλω να γίνω ο χόρτος που σε τρέφει
κι αφού δεν δύναμαι
τα μάτια σου τα μάτια μου να γίνουν
δώσε τον κόσμο να κοιτώ μες στα δικά σου».

Και βλέπει ο Τίγρης τον Αμνό
το βλέμμα ψάχνει την απόκριση στο βλέμμα
και βλέπει στον γαλήνιο οφθαλμό
όλο το κόκκινο – την πυρκαγιά και το αίμα.
Και βλέπει ο Τίγρης τον Αμνό
γυρεύει κάποια Εδέμ η αρσενικότατη ύβρις
και ξαναβρίσκει όλη τη Γη στον Ουρανό
και βρίσκει στον Αμνό τον Τίγρη ο Τίγρης.

Το σώμα είναι πληγή.
Κι ο Εαυτός 
ανέγνωρος και ασύλληπτος
το Αναπόφευκτο είναι.
Ψυχή 
Ψυχή του Τίγρη
το τρυφερό
το τρυφερότερο ζαρκάδι
σε σπαράσσει.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Κυριακή, Μαρτίου 04, 2012

TO ΜΙΣΟΣ


















ΤΟ ΜΙΣΟΣ

Δεν ξέρει αυτός που είμαι μόνον να πεθαίνει.
Όσο η Σκέψη μου κορμιά αποθεώνει,
ψυχρή και πύρινη, υψωμένη, γκρεμισμένη,
τόσο η Πράξη μου ματώνει και σκοτώνει.

Ποιος είσαι Εσύ που μου ζητάς να συγχωρήσω
αυτό που σκύλεψε του Έρωτα το σώμα…
Εγώ αγάπησα – και πρέπει να μισήσω.
Κι είμαι περήφανος, γιατί μισώ ακόμα.

Οι Στίχοι μου είναι η ανάποδη του Φόνου –
μια Φύση που μισεί τη φύση της να κρύβει,
που αποκαλύπτεται στο πέρασμα του χρόνου

και που με κάνει, νύχτα ή μέρα μεσημέρι,
με το αριστερό να πιάνω το μολύβι,
με το δεξί να σφίγγω πάντα το μαχαίρι.

© Θεοδόσης Βολκώφ