Αιδοίον Αΐδιον
Δεύτερο στόμα, τρομερότερο του πρώτου –
με τ’ ανδροφόνα δίχως δόντια χείλη,
μες στις συσπάσεις σου με είχες αναγγείλει.
Γεννάς τον άντρα και δηλοίς τον θάνατό του.
Η γλώσσα σου δεν φτιάχτηκε από λέξεις·
θάλασσα που αρμύρα ξεχειλίζεις,
που με καλείς, που μου μιλάς και αναβαπτίζεις
το πνεύμα μου, το σώμα αν επιλέξεις.
Θύρα διπλή, τετράφυλλη, μικρή, μεγάλη·
άβατο χιλιοδιάβατο παλάτι,
έμμονη σκέψη μου και βούληση εσχάτη
η υποπόρφυρη θαμνώδης σου αγκάλη.
Ιδέα σάρκινη, σκοπέ της κάθε πράξης,
των τρόπων όλων το αιώνιο θέμα,
ποτάμιο προς εσένα ρέει το αίμα
ζωή και θάνατο μαζί για να διδάξεις.
Καταγωγή μου που σ’ εσένα κατατείνω,
λέαινα μαύρη, κόκκινη, ξανθιά, ο σκύμνος
εγώ – κι ο πίδακας του σπέρματος ο ύμνος,
η προσευχή κι ο όρκος που σου δίνω.
Κόρη του Χρόνου αρχαιότερη απ’ τον Χρόνο,
χαλκέντερη αιώνια αιώνων μήτρα,
τη μόνη μου λευκότητα για λύτρα
όσο ο ταύρος μου βαστά θα σου πληρώνω.
© Θεοδόσης Βολκώφ