AΠΟ ΤΑ ΠΑΘΗ (ΙΙ)
Victor Hugo – Ο Ροσμοφίμ
Οι σκαφτιάδες σταυρών σκάβουνε στον Γολγοθά.
Η ομίχλη, το πένθιμο τούτο πανωφόρι του αυστηρού
ουρανού, σκεπάζει το βουνό και μόνο τούτ’ οι άνθρωποι,
μακριά από τον θόρυβο, μες στη σκιά, δουλεύουν όλη νύχτα,
σχεδόν. Ο χείμαρρος μουγκρίζει· τα νερά του βουνά.
Σταματούν αφού πρώτα σκάψαν δύο λάκκους.
Ο ένας, ο πιο γέρος, λέει στους άλλους: - Θαρρώ
πως τελειώσαμε· μας διατάξανε μόνο για δυο σταυρούς,
για δυο ληστές, που θα τους θανατώσουν στις γιορτές.
Οι δυο λάκκοι, ορίστε, έτοιμοι. –
Ένας ιερέας,
κείνη τη στιγμή, ο Ροσμοφίμ παρουσιάζεται, τυλιγμένος
ίσκιους, βγαίνει από την καταχνιά σαν τίγρης
από τη σπηλιά του και τους λέει·
- Έναν ακόμα σκάψτε - .
Πηγή:
Η ομίχλη, το πένθιμο τούτο πανωφόρι του αυστηρού
ουρανού, σκεπάζει το βουνό και μόνο τούτ’ οι άνθρωποι,
μακριά από τον θόρυβο, μες στη σκιά, δουλεύουν όλη νύχτα,
σχεδόν. Ο χείμαρρος μουγκρίζει· τα νερά του βουνά.
Σταματούν αφού πρώτα σκάψαν δύο λάκκους.
Ο ένας, ο πιο γέρος, λέει στους άλλους: - Θαρρώ
πως τελειώσαμε· μας διατάξανε μόνο για δυο σταυρούς,
για δυο ληστές, που θα τους θανατώσουν στις γιορτές.
Οι δυο λάκκοι, ορίστε, έτοιμοι. –
Ένας ιερέας,
κείνη τη στιγμή, ο Ροσμοφίμ παρουσιάζεται, τυλιγμένος
ίσκιους, βγαίνει από την καταχνιά σαν τίγρης
από τη σπηλιά του και τους λέει·
- Έναν ακόμα σκάψτε - .
Πηγή:
Victor Hugo, To τέλος του Σατανά
σε μετάφραση Ιωάννη Λο Σκόκκο,
Αναγνωστίδης