Κυριακή, Μαΐου 13, 2007

OSWALD SPENGLER - Η ΠΑΡΑΚΜΗ ΤΗΣ ΔΥΣΗΣ





OSWALD SPENGLER




To 2003 εκδίδεται επιτέλους και στα ελληνικά (Εκδόσεις Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδανός, μτφ. Λευτέρης Αναγνώστου), ογδόντα πέντε ολόκληρα χρόνια από την πρώτη του έκδοση ένα από τα πιο πολυσυζητημένα βιβλία του 20ού αιώνα, η «Παρακμή της Δύσης» του Γερμανού φιλοσόφου Οswald Spengler.


H έκδοση αυτή – πέραν του ότι καλύπτει ένα μεγάλο κενό της ελληνικής βιβλιογραφίας - για τους διατρίβοντες στα φιλοσοφικά συνιστά αδιαμφισβήτητο «γεγονός». Η Ελληνική Γλώσσα, χάρη στην αξιοθαύμαστη φιλοπονία ενός κατά κοινή ομολογία εξαίρετου μεταφραστή (με σαφείς και αυτός όπως και ο Σαρίκας που προαναφέραμε σε παλαιότερή ανάρτησή μας προσανατολισμούς στη δουλειά του ) – και μιλώ φυσικά για τον χαλκέντερο Λευτέρη Αναγνώστου -, προσδέχεται ένα έργο που από την πρώτη του εμφάνιση και πολύ γρήγορα αποκτά ένθερμους υποστηρικτές και ορκισμένους αντιπάλους. Από τη στιγμή της πρώτης έκδοσης (1918) τού μνημειώδους σε διαστάσεις και εξαιρετικά φιλόδοξου σε προσανατολισμό έργου (το βιβλίο υπερβαίνει τις 1.200 σελίδες), φιλόσοφοι, επιστήμονες, ποιητές, συγγραφείς, ζωγράφοι, πολιτικοί κάθε παράταξης και ιδεολογίας, όλοι διαβάζουν Spengler. Άσχετα από το αν διαφωνούν ή συμφωνούν – και η όποια συμφωνία ή διαφωνία σε ακραιφνώς φιλοσοφικό επίπεδο δεν εξαντλείται ποτέ σε μια εύκολη και γρήγορη κατάφαση ή άρνηση – τον διαβάζουν, και τον διαβάζουν με πάθος. «Η Παρακμή της Δύσης» δεν αφήνει κανέναν αδιάφορο. Το βιβλίο γνωρίζει παγκόσμια εκδοτική επιτυχία.

Η «κλασική» περιοδολόγηση της ιστορίας αναιρείται και οι πολιτισμοί θεωρούνται ως τεράστιοι υπερ-οργανισμοί, καθένας με διαφορετικό χαρακτήρα και δυνατότητες, οι οποίοι γεννιούνται, ακμάζουν, παρακμάζουν και τελικά πεθαίνουν. Το πλήθος των πραγματολογικών στοιχείων που βρίσκουν τη θέση τους μέσα στο βιβλίο του Spengler είναι αν μη τι άλλο εντυπωσιακό. Η γλώσσα του φιλοσόφου είναι στιβαρή, το ύφος αυστηρό και μετρημένο κι ωστόσο στην ουσία του εξόχως ποιητικό. Αποκομίζουμε την αίσθηση ότι ο Spengler έχει να πει στην εποχή του κάτι το εξαιρετικά επείγον. Ο ίδιος, άλλωστε, είναι προφανές, μέσα από τις σελίδες του έργου του, ότι έτσι βιώνει τη φιλοσοφία του. Το βιβλίο είναι συναρπαστικό από κάθε άποψη αλλά για πολύ γερά νεύρα. Αυτό που μας λέει ο Spengler δεν είναι εύκολο να το φέρουμε και να το υποφέρουμε. Χρειάζεται ώμους γερούς και πλάτες γερές και, αν θέλουμε να πάμε κάπου και μετά από δω, και πόδια γερά.
Διάλεξα ένα από τα πιο «αιρετικά» και σκληρά, με όλη η σημασία της λέξης, χωρία του βιβλίου (Τόμος Ά, σελ.67-69).




Μέχρι τώρα ήμασταν ελεύθεροι να αναμένουμε από το μέλλον ό,τι θέλαμε. Όπου δεν υπάρχουν πραγματικά γεγονότα κυβερνά η αίσθηση. Στο εξής θα είναι καθήκον του καθενός να μαθαίνει τι μπορεί να συμβεί και κατά συνέπεια τι θα συμβεί στο μέλλον, με την αναπόδραστη αναγκαιότητα ενός πεπρωμένου, κάτι δηλαδή που θα είναι ανεξάρτητο από τα προσωπικά ιδανικά, τις προσωπικές ελπίδες και επιθυμίες. Αν χρησιμοποιήσουμε την προβληματική λέξη ελευθερία, πρέπει να πούμε ότι δεν είμαστε πλέον ελεύθεροι να πραγματοποιήσουμε αυτό ή εκείνο, αλλά μόνο να κάνουμε το αναγκαίο ή τίποτε. Το χαρακτηριστικό του ρεαλιστή είναι ότι αυτό το αισθάνεται ως «καλό». Αν όμως λυπούμαστε γι’ αυτό ή το επικρίνουμε, αυτό δεν σημαίνει ότι μπορούμε να το αλλάξουμε. Απαραίτητο αντίστοιχο της γέννησης είναι ο θάνατος, της νεότητας τα γερατειά, της ζωής γενικά η μορφή της και τα προκαθορισμένα όρια διάρκειάς της. Το παρόν είναι μια τεχνικά πολιτισμένη, όχι μια πνευματικά καλλιεργημένη εποχή. Έτσι αποκλείεται μια μεγάλη σειρά περιεχομένων της ζωής ως κάτι ανέφικτο. Μπορεί κανείς να λυπάται γι’ αυτό και αυτή τη λύπη να τη ντύσει με μια απαισιόδοξη φιλοσοφία ή ποίηση – και στο μέλλον θα το κάνει -, αλλά τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Δεν θα είναι πλέον επιτρεπτό να τοποθετεί κανείς με πλήρη βεβαιότητα στο σήμερα και στο αύριο τη γέννηση ή την ακμή αυτού που επιθυμεί εκείνη τη στιγμή, μολονότι η ιστορική εμπειρία συνηγορεί αρκετά φωναχτά υπέρ του αντιθέτου.

Είμαι έτοιμος να ακούσω την αντιπαρατήρηση ότι μια τέτοια αντίληψη του κόσμου, που εμφανίζεται βέβαιη για το περίγραμμα και την κατεύθυνση του μέλλοντος και αποκλείει προχωρημένες ελπίδες, είναι εχθρική προς τη ζωή και για πολλούς θα ήταν μοιραία, αν κάποτε γινόταν κάτι παραπάνω από θεωρία, αν γινόταν η πρακτική κοσμοθεωρία της ομάδας προσωπικοτήτων που θα μπορούσαν πραγματικά να αναλάβουν τη διαμόρφωση του μέλλοντος.
Δεν συμμερίζομαι αυτήν την αντίρρηση. Είμαστε τεχνικά πολιτισμένοι άνθρωποι και όχι άνθρωποι της εποχής του γοτθικού ρυθμού και του ροκοκό· πρέπει να υπολογίζουμε με τα σκληρά και ψυχρά γεγονότα μιας όψιμης ζωής, που οι αναλογίες της δεν βρίσκονται στην Αθήνα του Περικλή, αλλά στην αυτοκρατορική Ρώμη. Για μια μεγάλη ζωγραφική και μουσική δεν μπορεί πια να γίνεται λόγος όσον αφορά τον άνθρωπο της δυτικής Ευρώπης. Οι αρχιτεκτονικές του δυνατότητες έχουν εξαντληθεί εδώ και εκατό χρόνια. Του απέμειναν μόνο εκτατικές δυνατότητες. Αλλά δεν βλέπω το μειονέκτημα που θα μπορούσε να προκύψει αν μια ικανή και γεμάτη με απεριόριστες ελπίδες γενιά πληροφορηθεί έγκαιρα ότι πολλές από αυτές τις ελπίδες δεν μπορούν παρά να ματαιωθούν. Ενδέχεται να είναι οι πιο ακριβές· όποιος αξίζει κάτι θα το ξεπεράσει. Είναι αλήθεια ότι για μερικούς μπορεί να έχει τραγικές συνέπειες αν στα κρίσιμα χρόνια τούς καταλάβει η βεβαιότητα ότι στα πεδία της αρχιτεκτονικής, του δράματος, της ζωγραφικής δεν υπάρχει τίποτε που αυτοί θα μπορούσαν να κατακτήσουν. Δεν αποκλείεται να συντριβούν. Μέχρι τώρα πολλοί συμφωνούσαν ότι εδώ δεν πρέπει να αναγνωρίζονται όρια, πιστεύοντας ότι κάθε εποχή σε κάθε πεδίο έχει και τα καθήκοντά της· τα έβρισκαν με τη βία και με τύψεις συνείδησης, όταν ήταν ανάγκη, και σε κάθε περίπτωση μόνο μετά τον θάνατο αποδεικνυόταν αν η πίστη είχε τους λόγους της και αν η εργασία μιας ζωής ήταν αναγκαία ή περιττή. Αλλά όποιος δεν είναι απλώς ρομαντικός θα απορρίψει αυτή την υπεκφυγή. Αυτό δεν είναι η περηφάνεια που διέκρινε τους Ρωμαίους. Τι μας ενδιαφέρουν εκείνοι που μπροστά σε ένα εξαντλημένο μεταλλείο προτιμούν να ακούσουν: Αύριο θα ανοίξουμε εδώ μια καινούργια φλέβα – όπως κάνει αυτή τη στιγμή η τέχνη με τις πέρα για πέρα αναληθείς τεχνοτροπίες της -, αντί να τους παραπέμψει κανείς στο πλούσιο αργιλώδες στρώμα που παραμένει ανεκμετάλλευτο πλάι στο μεταλλείο. – Θεωρώ αυτό το μάθημα ως ευεργεσία για τις μελλοντικές γενιές, διότι τους δείχνει τι είναι δυνατόν να γίνει και κατά συνέπεια τι είναι αναγκαίο, όπως και τι δεν ανήκει στις εσωτερικές δυνατότητες της εποχής. Μέχρι σήμερα έχουν σπαταληθεί τεράστιες ποσότητες πνεύματος και δύναμης σε λάθος κατευθύνσεις. Ο Δυτικοευρωπαίος, όσο ιστορικά και αν σκέφτεται και αισθάνεται, σε μια ορισμένη ηλικία δεν έχει συνείδηση της πραγματικής του κατεύθυνσης. Ψηλαφά και αναζητεί και χάνει τον δρόμο του, όταν οι εξωτερικές αφορμές δεν είναι ευνοϊκές γι’ αυτόν. Εδώ επιτέλους η εργασία αιώνων τού έδωσε τη δυνατότητα να αποκτήσει μια γενική εικόνα της ζωής του σε σχέση με τον συνολικό πολιτισμό και να εξετάσει τι μπορεί και τι οφείλει να κάνει. Αν υπό την επιρροή αυτού του βιβλίου άνθρωποι της νέας γενιάς στραφούν προς την τεχνική αντί προς τη λυρική ποίηση, προς το ναυτικό αντί προς τη ζωγραφική, τότε θα πράξουν αυτό που επιθυμώ και τίποτε καλύτερο δεν μπορεί κανείς να τους ευχηθεί.




Πηγή: Oswald Spengler, H Παρακμή της Δύσης, μτφ. Λευτέρης Αναγνώστου, Τυπωθήτω – Γιώργος Δαρδανός, 2003.