Τρίτη, Οκτωβρίου 12, 2010

KYRIE

ΚΥRΙΕ

Kύριε των πόνων των λυγμών και των θανάτων
των θανάτων και του Θανάτου μου Κύριε
την πίκρα βύθισε βαθιά μέσα στα σπλάχνα
το γέννημα της τρομερής τριβής ψυχής και κόσμου –
βαθιά και πιο βαθιά μέσα στα σπλάχνα
να μην εκφύεται θρασεία να μη φτάνει
ώς τον κρατήρα των χειλιών και να βροντά.

Μα δώρισέ μου αμόλυντη τη Θλίψη
απίκραντη και ελεύθερη και αγνή
και κάνε μου άπεφθο το μέταλλο του πόνου
και αρραγές – σαν σκοτεινό και άχρονο
στον ήλιο ή στη νύχτα Σου αναλάμπει·
απρόσβλητο απ’ τον στείρο πικρασμό
κι απ’ τις μικρές χαρές κι από τις λύπες.

Ενώπιον της Ζωής και του Θανάτου
ας γίνεται η γλώσσα μου σιωπή
η σκέψη μου ας ακινητεί ως πέτρα
ας με αριθμείς με τους νεκρούς αυτού του κόσμου –
όμως καθάριο κράτησε το βλέμμα και τον λόγο
και λεοντόθυμο απ’ άκρου εις άκρο το κορμί·
κι η μοναξιά μου ας μην επιτιμά
για τον εαυτό της άνθρωπο κανένα·
στη λέξη δώσε ορίζοντα στην πράξη φλόγα
και αρσενική αρσενική κράτα τη Θλίψη.

Να με αφαιρεί ο πόνος μα ν’ αυξάνω
να δείχνομαι πιο λίγος μα να γίνομαι
να είμαι πιο πολύς.
Τη Θλίψη κράτησέ μου αρσενική.
Χωρώντας μέσα της και αντέχοντας τα δυο
και την οργή και τη συμπόνια
μόνον η Θλίψη άοκνη ας δρα
ο σιωπηλός και ακάματος εργάτης
ώστε τον άντρα ο πόνος πιο άντρα να τον κάνει·
και τη μεγάλη μέσα μου αρθρώνοντας
την άγρια κι ανυπότακτη Χαρά
και με το αίμα στο αίμα της γεννώντας
το ύπατο απ’ τα κρύφια Σου και τ’ άδηλα –
το νόημα που αυτόν τον κόσμο θάλπει.

Κύριε των πόνων των λυγμών και των θανάτων
των θανάτων και του Θανάτου μου Κύριε
των μελλούμενων και του Εσχάτου Ενός
την πίκρα βύθισε βαθιά μέσα στα σπλάχνα
να μην εκφύεται θρασεία να μη φτάνει
ώς τον κρατήρα των χειλιών και να βροντά·
να μη στυφίζει το φιλί ή το τραγούδι.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Τρίτη, Οκτωβρίου 05, 2010

IN TYRANNOS


IN TYRANNOS

Σιγή. Σαλεύει ο Ασάλευτος, βαθαίνει και απλώνει,
με τη σιωπή ανατράφηκε, γι΄αυτό πατάει στερρός
κι ο πόνος το καθάριο του το βλέμμα δεν θολώνει
και ο καημός ακράτητος τού γίνεται ρυθμός.

Αδράχνει χώμα από τη Γης και το πυργώνει όρος
κι απ’ τη Φωτιά το ύπατο και το τινάζει φως,
η Οργή αργά τον σμίλεψε, και πάλλει ιδεοφόρος,
κατάφρακτος και πύρινος ορθώνεται ο Εαυτός.

Ένας εγώ και αντίμαχος ολάκερος Αιώνας,
ένας εγώ και μέσα μου ολάκερος Λαός,
εγώ στρατός και πρόμαχος κι όρκος της λεγεώνας,
εγώ Θυμός και Εκδίκηση και λόχος ιερός.

Γεννά η Ζωή τον Θάνατο, μονάκριβή της κλήρα,
για να δοξάσει τη Ζωή ο Πρώτος κι ο Στερνός,
τον Έρωτα τον άγιασε, τον Πόλεμο η Λύρα
αγιάζει τώρα, ο Λόγος της Λόγος αρσενικός.

Μάνα ίδια δεν μας γέννησε· μας γέννησε ο Πόνος,
κι είναι λιοντάρι, γήταυρος και λύκος κι αετός
ο που σε θέλησε, Λαέ, Τραχύς Τυραννοκτόνος,
ο που με μόχθο σού ‘γινε ο Αδερφοποιτός.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 07, 2010

ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ


ΒΙΟΣ ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΣ


Tο τι και πώς και πόσο αγάπησε
κανείς δεν θα το μάθει
αφού να εξηγήσει ή να εξηγηθεί
δεν καταδέχθηκε ποτέ του.

Οι πράξεις του τελέστηκαν
στην άλλη όψη της σελήνης·
ομοίως οι σκέψεις του ανέτειλαν
την ώρα που έδυε το φως.

Η θέλησή του έδρασε στα όνειρα
σε μια πανίσχυρη πραγματικότητα αντιτάσσοντας
κάποια δική του αναπόδεικτη
και οικτρά απιστοποίητη αλήθεια.

Δεν διαφύλαξε τιμή ή περιουσία
δεν έφτιαξε κανένα σπιτικό
δεν πήρε κάποια σύζυγο
παιδιά δεν τον φωνάξανε «πατέρα».

Ποιον άνθρωπο ωφέλησε
ποιον υπηρέτησε θεό
αν είχε σήμερα φωνή
ούτε κι αυτός δεν θά ‘ξερε να ομολογήσει.

Μνήμη καμιά -δικαίως ίσως-
δεν θα διασώσει τ’ όνομά του.
Όπου υπήρξε θα υπάρξει το κενό.
Υπέταξε τον βίο του

σε κάποιαν άμετρη έως ύποπτη
ίσως ακόμη σε μιαν έκνομη ομορφιά
(όπερ σημαίνει άχρηστη τελείως).
Ξοδεύτηκε σε στίχους και γυναίκες.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Κυριακή, Αυγούστου 22, 2010

ΣΑΠΦΩ


ΣΑΠΦΩ

Όπως εισβάλλουν οι καμπύλες στις καμπύλες,
όπως χαϊδεύεται το στήθος με το στήθος
και το εφήβαιο με το εφήβαιο - δίχως σμίλες -
αλλιώς χαράσσεται του Έρωτα ο Μύθος.

Ίμερου εφήμερου ανήμερου οι πύλες,
στα φανερά, στα σκοτεινά, σε χθόνιο βύθος,
έτσι όπως είμαστε, κι οι δυο, κυρτές και κοίλες
στη γύμνια ενδύεται η Φύση νέο Ήθος.



© Θεοδόσης Βολκώφ

Πέμπτη, Αυγούστου 05, 2010

ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ (Amor Fati)


ΤΟ ΒΛΕΜΜΑ (Amor Fati)


Να μην υπάρχει βλέμμα έξω απ’ το δικό σου –
αυτό το πιο σκληρό· αφού ο άνθρωπος
παίρνει μορφή ανθρώπου και γνωρίζει
τον εαυτό του ως τέτοιον που είναι ή που δεν είναι
στα μάτια των ομοίων του και μόνον. Κι αλλιώς όχι.

Κι αυτό το βλέμμα που άνθρωπο σε κάνει
να μην το συναντάς να μην υπάρχει.
Τα πάντα -σκέψη ή πράξη- να τελούνται στη σκιά
να μην ξεφεύγουνε στιγμή απ΄ το σκοτάδι
κι αν γίνεται κι αυτό
από εκείνο που δεν ξέφυγαν σ΄ εκείνο να επιστρέφουν.

Να μην υπάρχει βλέμμα πέραν του δικού σου·
μόνον εσύ να λες Υπάρχω – Είμαι Αυτός. Κανένας άλλος.
Αυτό το πιο σκληρό το πλέον δύσκολο το απάνθρωπο όντως
αυτός ο πριν από τον θάνατό σου θάνατός σου.

Κι όμως να είσαι· έστω στο βλέμμα σου και μόνον –
μα να είσαι· τούτος ο θάνατος να είναι όλη σου η ζωή·
στην τρομερή στη μόνη αήττητη
στην αναπόδραστη ερημία που βρίσκεσαι – να είσαι.
Ότι αυτή πραγματικότητα και όχι μόνο
ότι αυτή αλήθεια και όχι μόνο
ότι αλήθεια και πραγματικότητα αυτή – και μόνο.

Το βλέμμα που δεν βρήκες δίπλα σου
για να σε δει και να σε πει να σε εικονίσει
που δεν σε κράτησε που δεν σε φίλησε
που δεν θα σε φυλάξει
μετά τον άνθρωπο δεν θα το βρεις·
μετά τον άνθρωπο, το βλέμμα, δεν υπάρχεις.
Πέραν του βλέμματος πέραν του βλέμματος λοιπόν
αργά και σταθερά – όσο διαρκείς –
προβάλλεις κόσμος.

Του βλέμματος Ο Εκτός Ο Εκτός του ορίζοντα των άλλων
να σχηματίζεσαι να υπάρχεις να γεννάς
στα σκοτεινά της αλγεινής σου αορασίας
να μάχεσαι αμάρτυρος και ακατάγραφτος να αληθεύεις
να ζεις ήδη νεκρός
να σκέφτεσαι να πράττεις ν’ αγαπάς – και να μη σώζεσαι· να μη σε νοιάζει·
να λες πως είναι δίκαιο να χαθείς
να αξιώνεσαι την τέτοια ελευθερία.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Δευτέρα, Ιουλίου 26, 2010

LERMONTOV


LERMONTOV

Ούτε στον έρωτα δεν είμαι ολόκληρος
ούτε σ' αυτά που γράφω·
ούτε στην πράξη μου την αθεράπευτα λειψή·
τίποτε απ' όλα αυτά δεν με εξαντλεί·
το ελάχιστο από εμένα μόνο φαίνεται
κι η θάλασσά μου αόρατη κοχλάζει.

Δυνάμεις μέσα μου αναρίθμητες
-όμως γιατί;- στέκουν αργές
και αναζητώ μια πίστη μιαν ιδέα
που θα με δέσει ανήλεη
και θα με δείξει άντρα.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Πέμπτη, Ιουλίου 01, 2010

ΤΟ ΚΑΤΕΡΓΟ



ΤΟ ΚΑΤΕΡΓΟ



Kάτεργο η ψυχή μου και δουλεύω.
Πέτρα ο ρυθμός και σίδερο η ρίμα.
Λέξη τη λέξη αργά με λιγοστεύω
και με αποδίδω σταθερά στο μνήμα.
Ψεύτρα η χαρά και ψέμα· ψέμα η νιότη.
Ο λόγος μου, τραχύς, υπενθυμίζει
πως ό,τι αγάπησα κι αν θέλησα ό,τι
νεκρό· κι ο στίχος μου υπογραμμίζει
και δυο και τρεις φορές τον θάνατό του.
Ανθρώπινη, απάνθρωπη ψυχή μου,
δυσκολοδούλευτη στο φως της μέρας,
ψυχή μου κάτεργο, δική μου ωσότου
το χώμα ν’ απαιτήσει το κορμί μου,
τώρα, λοιπόν, τα χρόνια της γαλέρας·
στης μαύρης γης τα έγκατα και όπου
δεν φτάνει βλέμμα ούτε φωνή ανθρώπου.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Πέμπτη, Μαΐου 27, 2010

ΕΥΡΩΠΗ Ι

ΕΥΡΩΠΗ Ι


Μόνοι και όψιμοι. Ξένοι της Γης.
Και άρα τ’ Ουρανού πιο ξένοι ακόμα.
Οι έσχατοι μιας κάποτε Φυλής,
με κάποιο γήρας σε ψυχή και σώμα.
Άντρες, γυναίκες, βρέφη και παιδιά
γέρικο σπέρμα, μήτρα κουρασμένη
μας γέννησε, μας έσπρωξε μπροστά·
θνησιγενείς· νεκροί και κολασμένοι.

Εμείς παντού. Και σαν εμάς κανείς.
Ιδού, σκεβρό το σώμα σου, Εσπερία·
δεν βάρυνε έτσι και ποτέ ουδείς
απ’ την Ανάγκη κι απ’ την Ιστορία.
Μαραίνεται το Δέντρο της Ζωής·
ας προκαλεί κι ας θάλλει το άλλο Δέντρο·
στέρεψε η πίστη· η γνώση, δεν αρκείς
και δεν υπάρχει, δεν υπάρχει κέντρο.

Μας έφθειρε η λαγνεία τα κορμιά,
ξεστράτισε μικρόψυχη η σκέψη,
η βούληση απ’ το αίμα δεν βαστά,
Θεός δεν είναι για να μας πιστέψει.
Κι ωστόσο μες στην πλάνη αληθείς·
περήφανοι· κανείς για να μας κρίνει.
Πάντα εμείς· παιδιά της ταραχής
δεν θα υποκριθούμε τη γαλήνη.

Ας πέσουμε όπως πέφτουμε λοιπόν.
Μια ώρα πριν το τέλος, και τη ζούμε.
Εκεί που όλα εκλείπουν το παρόν
εγγράφουμε στο μέλλον πριν σβηστούμε.
Βυθίζεται μια ήπειρος εδώ·
ο άνθρωπος που γίναμε τελειώνει
με στεναγμό, λυγμό και με σπασμό,
με έρημο, με θειάφι και μ’ αφιόνι.

Φοράμε των αιμάτων τη δορά.
Τα πρόσωπα γυμνώνονται απ’ το δέρμα
του ανθρώπου κι ανωφέλευτη η Τορά –
τελειώσαμε πριν φτάσουμε στο τέρμα.
Πυκνώνουμε στην πράξη τη στερνή
τώρα που ηχεί λόγος κενός το «Θεέ μου»
το αίμα πλέον του αίματος καλεί –
πράξη υπάτη η πράξη του Πολέμου.

Δεν θα υπάρξει Μνήμη για εμάς
που απ’ τη Μνήμη έχουμε βαρύνει,
σπεύδουν τα πάντα, σπεύδουν προς δυσμάς
μες στον καταποτήρα και στη δίνη.
Ήρθε ο καιρός που η ζωή δεν ζει.
Δόξα καμιά. Μόνο η στιγμή. Και φτάνει.
Η Αθανασία πέθανε κι αυτή.
Εμάς – κι ο Θάνατός μας θα πεθάνει.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Δευτέρα, Μαΐου 10, 2010

MISSA BREVIS


MISSA BREVIS


Ιδού ο βράχος απελέκητος
και το αίμα ριζιμιό λιθάρι
Ιδού ο πόνος ατελεύτητος
και το άγραφτο τραχύ τροπάρι.

Νυν των παρθένων η ατίμωση
και των πολέμων η αγυρτεία
Νυν των σεπτών η απογύμνωση
και των ιερών η εμπορία.

Αιέν το έγκλημα απαράγραπτο
και ο στόνος στήθη που έχει γδάρει
Αιέν το στόμα το αργυρώνητο
και της ανάγκης το κιβάρι.

Ουαί υμίν γλώσσες που ακκίζεσθε
και των σοφών η διβουλία
Ουαί υμίν οι που αφοπλίζεσθε
και των κορμιών η απραξία.

Αμήν του έρωτα η έλευση
και της μονώσεως το λιοντάρι
Αμήν ο αμνός που τίγρεις τρόμαξε
και το άκαρτο οργής κριάρι.

Εύγε θνητότης μου και έλλειψη
και ηχηρή μου απιστία
Εύγε νεότης μου και πλήρωση
και στιχηρή μου οπλιτεία.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Πέμπτη, Μαΐου 06, 2010

Τώρα ξανά τα λόγια των ανθρώπων...



Τώρα ξανά τα λόγια των ανθρώπων σε θωπεύουν
δεν ανασαίνει δίπλα σου αιμάσσουσα η σιωπή
ως φύλακας ως εραστής ως παραστάτης

λόγια αναίμακτα εντός σου θορυβούν
η ευτελίζουσα τον κόσμο κολακεία

Ο πλέον μακρινός σου πια πενθεί
ότι βραχύς ο έρωτας μακρύς ο βίος
πενθεί
που η τόση ποίηση δεν άρκεσε
που η ποίηση ποτέ της δεν αρκεί.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Δευτέρα, Μαΐου 03, 2010

Ποιητές παλιοί...

Ποιητές παλιοί...


Της  Ειρήνης  Λαμνάτου

Ποιητές παλιοί που ακούσαμε,
ανάξιοι της αγάπης σας τελείως
δεν είμαστε, ίσως. Ναι. Ακούστε μας.
Δίχως Θεό, μα ο άνθρωπος πιο θείος.

Ποιητές παλιοί, το μερτικό μας είχαμε
κι εμείς στις δυστυχίες και στη φτώχεια.
Τ' αρχαία φάσγανα μάς έσφαξαν,
μας έπνιξαν καινούργια βρόχια.

Ποιητές παλιοί, στα πάθη σας
τα πάθη μας προσθέσαμε - και πόσα.
Ματώσαμε. Λυγίσαμε. Πεθάναμε.
Κι όμως κρατήσαμε. Κρατήσαμε τη Γλώσσα.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Παρασκευή, Απριλίου 23, 2010

ΔΑΒΙΔ (απόσπασμα)... Παρασκευή 23 Απριλίου 2010


Γραφή του αίματος και του πυρός
η προσευχή μου
στον βράχο μου
με το χέρι μου
μέσα σε σπίθες χίλιες χαραγμένη·
με αυτήν μόνο η ψυχή μου ανατέλλει
και σε αυτήν πάλι γυρίζει για τη δύση της
αυτήν
νύχτα πάνω στη νύχτα επαναλαμβάνει
και αυτήν από αιώνες μελετά·
πέτρα της σκέψης και της θλίψης
μια μόνο προσευχή σού χάραξα
κι άλλη δεν αναπέμπω στον σκοτεινό Θεό μου -
Καταραμένος
αν βάψω τα χέρια μου με το αίμα των αθώων
Καταραμένος φορές χίλιες
αν δεν ξεδιψάσω Γολιάθ τη Γη με το δικό σου.

© Θεοδόσης Βολκώφ

Σάββατο, Μαρτίου 06, 2010

ΓΥΜΝΗ ΙΙ


ΓΥΜΝΗ ΙΙ
Ε.Μ.
14/02/10

Θέλω να μου γδυθείς και να κοιτάζω –
σχεδόν ψυχρά, σκληρά τη στέρεη φλόγα,
την τρομερή σου εκδίπλωση να ορίζω, να σπουδάζω
το εφήβαιο, τους γλουτούς, το στήθος σου, τη ρώγα…

Στο ίδιο, Νύχτα μου, το φως σου να διαβάζω
το Έπος του κορμιού σου που ανατέλλει
κι από τη γύμνια λαβωμένος να σφαδάζω
και οι καμπύλες σου αιχμές και δόρατα – ή βέλη.

Γυμνή μες στις γυμνές μου λέξεις να σε βάζω
και νά ‘ναι η σάρκα σου τις λέξεις μου που τρέφει
και πιο γυμνή κι από γυμνή να σε απεικάζω
και με φωτιά τη φλόγα ο στίχος να επιστέφει.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Τετάρτη, Ιανουαρίου 27, 2010

ΣΚΩΠΤΙΚΩΝ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΠΙΛΟΓΟΣ




ΣΚΩΠΤΙΚΩΝ ΕΠΙΓΡΑΜΜΑΤΩΝ ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Ρομαντικό με είπατε,
μα τώρα για να δούμε,
ξέρω κι αλλιώς τον κόσμο σας
να σας τον αφηγούμαι.



Αφού και τούτη η ζωή
σαλεύει εντός, δε θα λουφάξει,
ταιριάζει με την άλλη αυτή,
παίρνει φωνή, και θα φωνάξει.

Λέξη καμιά δε θ’ αρνηθώ,
αλήτικο ευγενές μου στόμα,
γνωρίζω κι από τ’ άλλα εγώ,
κι από φασκέλωμα και σκώμμα.

Αφού του στίχου το σπαθί
κάποτε κάποτε δε φτάνει,
με του χωριάτη την ψυχή
πιάνω του στίχου το δικράνι.

Άλλοτε ο πρίγκηπας μιλά
κι ο αλήτης άλλοτε σφυρίζει,
ξέρει η ψυχή μου να χτυπά
κι απ’ άλλο, κόσμε, μετερίζι.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Δευτέρα, Ιανουαρίου 25, 2010

Τρέφω τον Τίγρη

Τρέφω τον Τίγρη

Τρέφω τον Τίγρη με φιλιά
ή με την έλλειψή τους·
κι αυτός
ο πάντα εγρήγορος
ξανά πεινάει για λέξεις.

Ώρες κρυφές που απώλεσα
και ειπώθηκες
κι έγινες πλήγμα θάνατος σκιά
σιωπή αυστηρή
που άτεγκτα διδάσκει
το εφήμερο και το φαιδρό της κατοχής
το παραμόνιμο και το απαράγραπτο
του ειπωμένου.

Κι αν το να σ’ έχωκάπως μου χαρίστηκε
το να σε πω το ‘χω κερδίσει.

Ζωή Ο Μακρινός μού έδωσες
και όση πύκνωσα φωνή
Σού επιστρέφω.


© Θεοδόσης Βολκώφ

Κυριακή, Ιανουαρίου 24, 2010

EΠΙΤΑΦΙΟΝ

ΕΠΙΤΑΦΙΟΝ

Για τη ζωή του ο Στίχος μαρτυρεί
και για τον Στίχο η ζωή του·
ανάμεσα σε τούτον και σε κείνην
το ψεύδος που δεν χώρεσε ποτέ
ποτέ δεν θα χωρέσει.
Αρμονία.

© Θεοδόσης Βολκώφ