Παρασκευή, Φεβρουαρίου 09, 2007


Kαι λίγος... Horkheimer






Τα ακόλουθα αποσπάσματα προέρχονται από το λεγόμενο «Φιλοσοφικό Σημειωματάριο» του Max Horkheimer. Πρόκειται για το μοναδικό βιβλίο που εξεδόθη μετά τον θάνατο του φιλοσόφου (1973).
Στα ελληνικά κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Ύψιλον σε μετάφραση της
Ελένης Τσούκα και του Ζήση Σαρίκα, ο οποίος είχε και την όλη επιμέλεια της έκδοσης. Δική του και η επιλογή των κειμένων που τελικά μεταφράστηκαν, καθώς και οι σημειώσεις που τα συνοδεύουν. Υπογραμμίζουμε εδώ τη συνέπεια και το μεταφραστικό ήθος του Σαρίκα, ο οποίος, ακαταπόνητος, εδώ και τόσα χρόνια χαρίζει στη γλώσσα μας σπουδαία έργα της γερμανικής φιλοσοφικής σκέψης. Οι εκλεκτικές συγγένειες των έργων που αγαπά να μεταφράζει προδίδουν κάτι και από τον πνευματικό προσανατολισμό του ίδιου του μεταφραστή. Σημειώνουμε μέσα στα πολλά και τις εξαίρετες μεταφράσεις του των σπουδαιότερων έργων του Νίτσε.
Με την υπόσχεση να επανέλθουμε, συνεχίζουμε...




Ριζοσπάστες


Μπρος στα ελαττώματα της συζύγου τους δείχνονται όλο κατανόηση – η ανθρωπότητα όμως οφείλει να κάνει αύριο το θαύμα. Φέρονται τάχα έτσι επειδή αγαπούν λίγο ή επειδή αγαπούν πολύ την ανθρωπότητα;



Έκφραση και πόνος


Το γράψιμο μπορεί να σημαίνει είτε ότι κάνει κανείς διαπιστώσεις, σημειώνει γεγονότα και συμβάλλει συνεπώς στη διαδικασία της κυριαρχίας, είτε ότι εκφράζεται. Κι επειδή η έκφραση είναι εδώ βουβή, ο πόνος είναι ένας πόνος που παραπονιέται για τον εαυτό του: έτσι, ακόμη κι όταν κλαίει για άλλους, περιέχει ένα ναρκισσιστικό μεμψίμοιρο στοιχείο. Εξ ου και η ύπαρξη του ναρκισσιστικού στοιχείου σ’ όλη σχεδόν την ποίηση. Υπάρχει μήπως έκφραση που να μην είναι επώδυνη; Στη μη επιστημονική γραμματεία παραμένει η επιλογή μεταξύ του μύθου, του σφαλερού, και του θρήνου, του αδύναμου. Από τούτο το δίλημμα αντλεί ο Θετικισμός τη δύναμή του. Ακόμα κι αυτή η παρατήρηση υπόκειται στην ίδια συνθήκη. Το νόημά της μοιάζει με φως που τρεμοσβήνει.



Για την αυτογνωσία


Η μετατροπή της φύσης σε απλό υλικό δεν είναι τόσο μια αδικία απέναντί της όσο μια φυγή του ζώντος όντος από τον ίδιο του τον εαυτό που λαμβάνει χώρα στο πρόσωπο του ανθρώπου: μια έλλειψη της αυτογνωσίας. Σίγουρα πρέπει να σμιλέψουμε τούτη τη λέξη με τέτοιον τρόπο ώστε να περιλαμβάνει και την πράξη.


Το ερώτημα της φιλοσοφίας

«Αν δεν υπάρχει Θεός, δεν χρειάζεται να παίρνω τίποτα στα σοβαρά», είναι το επιχείρημα του θεολόγου. Οι φρικαλεότητες τις οποίες διαπράττω, τα πάθη που αφήνω να με παρασέρνουν, ζουν, από τη στιγμή που έγιναν και μετά, μονάχα στην ενθυμούμενη ανθρώπινη συνείδηση και ύστερα χάνονται μαζί της. Δεν έχει κανένα απολύτως νόημα να λέμε ότι τότε τουλάχιστον ήταν αληθινά. Δεν υπάρχουν πια, δεν είναι πια αληθινά: και τα δυο σημαίνουν το ίδιο. Εκτός κι αν έχουν φυλαχτεί από κάποιον – απ’ το Θεό. Μπορεί κανείς να το παραδεχτεί αυτό και ταυτόχρονα να διάγει μια ζωή χωρίς Θεό; Αυτό είναι το ερώτημα της φιλοσοφίας.



Οι συνένοχοι

Δεν επιτρέπεται να παραπονιόμαστε, ό, τι κι αν συμβεί, αφού καθόμαστε ήσυχα και άνετα στις πολυθρόνες μας, δειπνούμε και συζητούμε, παρόλο που ξέρουμε πως η ζωή είναι κόλαση. Ακόμη κι εμείς ανήκουμε στους διαβόλους – ακόμη κι εμείς.


Έπεται συνέχεια...