H ανθεκτικότης του φελλού, ναι. Αλλά μήπως αυτή δεν μας λέει πολλά και για την τόσο καταφανή όσο και απογοητευτική έλλειψη σε κότσια των παροικούντων τη μικρή μας Ιερουσαλήμ;
Υπάρχουν λογιών λογιών σιωπές. Δεν βαραίνουν όμως όλες το ίδιο.
Πρέπει να κοιτάζουμε το ποιος σωπαίνει και γιατί. Κι όταν αυτός ο κάποιος – όποιος κι αν είναι - σωπαίνει από δειλία, που τη βαφτίζει κατά τη βολή του αξιοπρέπεια και ανωτερότητα, τότε έχει όλο τον χώρο και τον χρόνο ο κάθε μωροφιλόδοξος, που αντί για έργο επιδεικνύει διασυνδέσεις, να μιλά και να ακούγεται.
Και τα γύναια στέργουν, γιατί τόσο καταλαβαίνουν και θαμπώνονται.
Όσο ο καιρός περνάει και οι καταστάσεις διαιωνίζονται, η σιωπή γίνεται όλο και περισσότερο επικίνδυνη και για τούτο όλο και περισσότερο απαράδεκτη.
Κι είναι λυπηρό να βλέπεις ακόμα και ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν να αναλώνονται σε λιβανωτούς και χειροφιλήματα για λίγα ψιχία φιλολογικής δόξας.
Έχω φτάσει στο σημείο – και ξέρω ότι με αυτό διαφωνούν πολλές αισθαντικές ψυχές - να προτιμώ να συναντήσω έναν άντρα με το θάρρος της γνώμης του από το να διαβάσω ένα ακόμα καλό ποίημα.
Και είναι ντροπή για την «ποίησή» μας το ότι πρέπει να βγεις έξω από αυτήν για να βρεις ανθρώπους με χαρακτήρα.
Όταν οι ποιητές δεν έχουν κότσια, εκφυλίζονται σε καλαμαράδες.
Μέσα στην καλλιτεχνική μας πραγματικότητα αυτό που λείπει περισσότερο δεν είναι τόσο οι καλές πένες όσο το αρρενωπόν του φρονήματος.
Υπάρχουν λογιών λογιών σιωπές. Δεν βαραίνουν όμως όλες το ίδιο.
Πρέπει να κοιτάζουμε το ποιος σωπαίνει και γιατί. Κι όταν αυτός ο κάποιος – όποιος κι αν είναι - σωπαίνει από δειλία, που τη βαφτίζει κατά τη βολή του αξιοπρέπεια και ανωτερότητα, τότε έχει όλο τον χώρο και τον χρόνο ο κάθε μωροφιλόδοξος, που αντί για έργο επιδεικνύει διασυνδέσεις, να μιλά και να ακούγεται.
Και τα γύναια στέργουν, γιατί τόσο καταλαβαίνουν και θαμπώνονται.
Όσο ο καιρός περνάει και οι καταστάσεις διαιωνίζονται, η σιωπή γίνεται όλο και περισσότερο επικίνδυνη και για τούτο όλο και περισσότερο απαράδεκτη.
Κι είναι λυπηρό να βλέπεις ακόμα και ανθρώπους που έχουν κάτι να πουν να αναλώνονται σε λιβανωτούς και χειροφιλήματα για λίγα ψιχία φιλολογικής δόξας.
Έχω φτάσει στο σημείο – και ξέρω ότι με αυτό διαφωνούν πολλές αισθαντικές ψυχές - να προτιμώ να συναντήσω έναν άντρα με το θάρρος της γνώμης του από το να διαβάσω ένα ακόμα καλό ποίημα.
Και είναι ντροπή για την «ποίησή» μας το ότι πρέπει να βγεις έξω από αυτήν για να βρεις ανθρώπους με χαρακτήρα.
Όταν οι ποιητές δεν έχουν κότσια, εκφυλίζονται σε καλαμαράδες.
Μέσα στην καλλιτεχνική μας πραγματικότητα αυτό που λείπει περισσότερο δεν είναι τόσο οι καλές πένες όσο το αρρενωπόν του φρονήματος.
© Θεοδόσης Βολκώφ
Υ. Γ. Εν καιρώ, αλλά σύντομα, τα υπόλοιπα.