Παρασκευή, Μαΐου 12, 2006


EΞΙ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ «Δ Α Β Ι Δ»

Α
Τόσους αιώνες πορεύεσαι
μέσα στις σκόνες των δρόμων
και στα αίματα των κορμιών
μες στων ψυχών την πηχτή μαύρη λάσπη
το ίδιο φωτεινή
όπως την πρώτη μέρα
το ίδιο εξαίσια
σαν να μην σε άγγιξε ακόμα κανείς
με τα μακριά ξανθά μαλλιά σου να ανεμίζουν
σαν να φυσά αιώνια γύρω σου
η πνοή που σε έπλασε
και τα γαλάζια μάτια σου να ανταμώνουν τον κόσμο
σαν να ανατέλλουν βαθιά τους
όλες οι ώρες των ουρανών
και μυστικά να τρικυμίζουν όλες οι θάλασσες·
με τον ιδρώτα του Έρωτα να τρέχει
και να σχηματίζει τα ποτάμια του
τους καταρράκτες του στα μαλλιά
και στο βαθύ της πλάτης σου αυλάκι
στα πανίσχυρα ανάμεσα μεστά σου στήθια
στη λεπτή σου τη μέση
στους τέλειους γλουτούς
και μετά στων μηρών σου το μελάνιασμα
και στων κνημών
γύρω από τον αγαπημένο σου
το κλείδωμα
στον θείο αστράγαλο
καρπό ακριβό με τη σκληράδα του
στα δυνατά των ποδιών σου ακροδάκτυλα
που ζωή δική τους έχουν
και τα λέω μικρά θηρία
και στο λευκό σου το πέλμα
που όταν γυμνό το βυθίζεις στο χώμα
ξυπνάς τους σπόρους του
και όταν δροσερό το πηγαίνεις στις πέτρες
μερώνεις την άγρια τους θέρμη·
δεν κουράστηκες αιώνες τόσους
Αγαπημένη μου Αθάνατη
με το κορμί σου αυτό
που τις ημέρες είναι φλόγα σάρκινη
και τις νύχτες σάρκα από φωτιά
δεν κουράστηκες
τις λέξεις και τις μουσικές
τα χρώματα των αστεριών τα απόκρυφα
τον σκοτεινό χαλκό
και το λαμπερό το μάρμαρο
δεν κουράστηκες
Αγαπημένη Αθάνατη
να τα ντροπιάζεις·
χίλιες φορές σε θέλουν
και χίλιες σε αγαπούν
οι τεχνίτες αυτού του κόσμου
γιατί τους απελπίζεις
και εγώ άλλες χίλιες
γιατί χωρίς εσένα
θα ήμουν ένας από τους αναρίθμητους
που δεν απελπίζονται
γιατί είναι προτιμότερη μια απελπισία μαζί σου
παρά μια ελπίδα
ή μια σιγουριά
ή ακόμα και μια πίστη
και κάθε γνώση
απ’ όπου όμως εσύ λείπεις
και εγώ
αν ήταν να διαλέξω
και είναι
ανάμεσα σε μια ευτυχία μακριά σου
και μια δυστυχία δίπλα σου
ξέρεις καλά ότι εσένα θα διάλεγα
και ξέρεις ότι εσένα διαλέγω
γιατί μια ευτυχία χωρίς εσένα
είναι μια ευτυχία που πρέπει να ντρέπεται.

























Β
Τραγουδώ έναν ύμνο εξέγερσης
λιονταρίσια στους καιρούς αποκρίνομαι
τη φωτιά μου δίνω στους ηττημένους
και στους απελπισμένους
της σάρκας μου τα φτερά·
μάταιοι σου φαίνονται οι λόγοι μου
και οι ρυθμοί μου περασμένοι
- Δεν σε χρειάζεται ο κόσμος - σκέφτεσαι
και μακραίνεις από κοντά μου γρήγορα·
Θα με χρειαστεί σου απαντώ·
όταν λοιπόν θα σηκωθείς
θα με βρεις δίπλα σου
εμένα που ήδη όρθιος είμαι
τον ύμνο μου της εξέγερσης
θα φέρεις στα χείλη σου
εσύ
μαζί με στόματα μυριάδες
των βουνών μου θα νιώσεις τη βοή
και των θαλασσών μου το κύμα
και στον βράχο μου
τη χαραγμένη μου λέξη
αγκαλιάζοντας
το κρυφό της νόημα θα συλλάβεις -
Είμαι ο ερχόμενος.








Γ
Μακριά από μένα οι ανέραστοι και οι λάγνοι
φονιάδες του Έρωτα και οι δύο
λέω
μακριά εσείς που τα μεγάλα μικραίνετε
εσείς που δεν γεννάτε
κι εσείς που γεννάτε τέρατα
οι αδύναμοι για κάθε πόθο
και οι μόνο για τα άρρωστα ικανοί·
κλειστή μένει για σας η ομορφιά
στείροι εσείς
και κατασκευαστές των τεράτων
τη θέλησή μου παροργίζετε
με τα καμώματα και τα λόγια σας·
γι’ αυτό μέσα σε εκρήξεις
τον Έρωτά μου τον έκανα Δαίμονα
και γι’ αυτό με λένε Εκδίκηση
και τη θέληση μου Θηρίο.
















Δ
O Έρωτας λέω ο Θεός των θεών
ο Μακρινός λέω το σύμπαν των συμπάντων·
του κόσμου όνειδος και της ζωής σκύβαλο
αυτός που μπροστά στην ομορφιά θα πει –
Δεν αξίζει -
αυτός που ενώ μπορεί να αγαπήσει
μονολογεί μες στη σιωπή και λέει –
Ας προσπεράσω -
αυτός που φοβάται
αυτός που δεν θέλει ώς το αίμα
των θεών εχθρός
αυτός που τα φιλιά στο λίκνο τους φονεύει
αυτός που τα λόγια τα μονάκριβα
τα τρυφερά και τα πύρινα
τα πνίγει
των θεών εχθρός·
των θεών εχθρός
και εχθρός δικός μου ώς τον θάνατο.
















Ε
Θλίψη μου από γρανίτη
τώρα που οι ομορφιές όλες πεθαίνουν
με μάτι άγρυπνο
και που δεν γνωρίζει τα δάκρυα
κοιτάζεις όλες τις αβύσσους
αγέραστη πραγματικά
ερωμένη μου αθάνατη
έχεις πάντα των είκοσι ετών μου τη φωτιά
και των ογδόντα μου το φεγγοβόλημα·
των ηρώων αγαπημένη ακοίμητη
νύχτα πάνω στη νύχτα σμίγεις μαζί τους
και στο φως φέρνεις των σκοτεινών τα παιδιά
ενσάρκωση εσύ του σφρίγους μου
σώμα που κάθε φλέβα σου
από αίμα ξεχειλίζει.



















ΣΤ
Τότε θα προχωρήσει αλλιώς ο κόσμος
τότε ο ήλιος μια πλάση νέα θα φωτίσει
όταν η γυναίκα θα ορθώνεται
Γη και Φωτιά μαζί
και με τη φωνή της λέαινας
θα λέει –
Δείξε μου τα χέρια σου
εσύ που ζητάς να με αγκαλιάσεις
θέλω να δω αν κράτησαν σπαθιά
θέλω να δω αν μάτωσαν στις πέτρες
μόνο αυτά αξίζουν το κορμί μου
μόνο σε αυτά την καρδιά μου παραδίδω·
δεν έχεις δικαίωμα στο φιλί και στο χάδι
αν δεν πήρες μέρος στον Πόλεμο
αν δεν διάλεξες γρήγορα μεριά στη μάχη
αν δεν μου δείχνεις ένα κορμί
κι από χίλιες μεριές
χαραγμένο·
όμορφο τον άνδρα;
Ματωμένο τον θέλω
το αίμα του που ξοδεύεται
το αίμα του που καίει
και βάζει φωτιά με χίλιους τρόπους
το αίμα του που δεν γαληνεύει
που γίνεται κύμα και άνεμος
και αιώνια τους κόσμους ταράζει
αυτό που πυρακτώνεται και πυρπολεί
που κτίζει θεούς μέσα στους θανάτους του
και την άβυσσο βάφει κατακόκκινη
αυτό λέω ομορφιά του
αυτό δόξα του
και αυτό μεγάλο μου πόθο·
μόνο οι πολεμιστές
έχουν δικαίωμα στο κορμί μου
για τους μαχητές του τρομερού φυλάω τον Έρωτά μου
για τους σκοτεινούς
και τους δυναμιτιστές
τις νύχτες μου
για τους ήρωες που δεν ελπίζουν σε τίποτα
και όμως είναι Επίθεση
τη γλυκιά παρηγοριά μου·
ελάτε σε μένα οι πρόμαχοι
εγώ
εγώ είμαι η άλως των αγώνων
εγώ είμαι η παρηγορήτρα των θεών.

Θεοδόσης Βολκώφ